Η ψωρίαση είναι ένα μη-μεταδοτικό φλεγμονώδες δερματικό νόσημα, το οποίο χαρακτηρίζεται από εξάρσεις και υφέσεις και παρουσιάζεται με τη μορφή ερυθρών πλακών στο δέρμα καλυπτόμενων από ξηρά “λέπια” (υπερκερατωτικές πλάκες).
Στην παθογένεια της ψωρίασης εμπλέκονται γενετικοί, περιβαλλοντικοί και ανοσολογικοί μηχανισμοί, οι οποίοι δημιουργούν μία φλεγμονώδη κόκκινη πλάκα στο δέρμα και προάγεται γρήγορος πολλαπλασιασμός των κυττάρων της επιδερμίδας στο σημείο των βλαβών.
Τα συνήθη σημεία στο σώμα που εμφανίζεται η ψωρίαση είναι οι αγκώνες, τα γόνατα, χαμηλά στην οσφύ, στο πίσω μέρος του τριχωτού της κεφαλής, στις παλάμες, στα πέλματα, στα χέρια και πόδια.
Υπάρχουν κι άλλες μορφές όπως ψωρίαση τριχωτού κεφαλής, γεννητικών οργάνων, σταγονοειδής ψωρίαση κ.α
Στη θεραπεία για την ψωρίαση, έχουν προστεθεί νεότερα και σύγχρονα δεδομένα, καθώς πέραν των κλασσικών θεραπειών με μεθοτρεξάτη, ρετινοειδή , κυκλοσπορίνη, διαθέτουμε σήμερα τις λεγόμενες «Στοχευμένες» θεραπευτικές αγωγές ή αλλιώς «βιολογικούς παράγοντες». Στοχεύουν σε κυτταροκίνες (TNF-a), σε ιντερλευκίνες IL-17a, IL-12/23, IL-23, ή αποτελούνται από «μικρά στοχευμένα μόρια», όπως η apremilast από του στόματος. Τόσο η αποτελεσματικότητα των νεότερων θεραπειών, όσο και η έλλειψη ανεπιθύμητων ενεργειών, τις καθιστά πρώτη θεραπευτική επιλογή.